Μια μωβ, αχ να 'μουν πινελιά
στον ουρανό το δείλι
μια πινελιά μενεξεδιά
στου Ζέφυρου τα χείλη
κι όσο, μάνα μ' , θα σώνεται
ο ήλιος , ν' αυγατάω,
τ' άστρα να στεφανώνομαι
τη Γης να χαιρετάω.
Να λειτουργεί στου πέλαγου
την άγια μοσχοβόλια,
η θάλασσα η γερόντισσα
με τη γλαυκή της μπόλια
η θάλασσα η γερόντισσα
με τη γλαυκή της μπόλια
και να μου πέμπει γαλανούς
ιριδισμούς κυμάτων,
πρίγκηψ να στέφομαι ορατών
μάνα μου κι αοράτων
ώσπου, σκιά να χάνομαι
στης νύχτας την αγκάλη,
μέχρι ξανά να γεννηθώ
το δειλινό και πάλι...